ΤΟ ΑΛΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
Η μεταβολή ‘’παραδείγματος’’ στη σύγχρονη αστρονομία και κοσμολογία ξεκίνησε από τον Κοπέρνικο, θεμελιώθηκε από τους Kepler και Galileo, και ολοκληρώθηκε με τον Newton. Η Κοπερνίκεια επανάσταση μπορεί επίσης να γίνει κατανοητή με μια πολύ ευρύτερη και πιο σημαντική έννοια. Δεν είναι απλώς ότι ο Κοπέρνικος αναγνώρισε ότι η Γη δεν ήταν το απόλυτο και ακίνητο κέντρο του σύμπαντος, εξίσου σημαντικό ήταν ότι η ουράνια κίνηση εξηγείται από την άποψη της κίνησης του παρατηρητή, η οποία αποτέλεσε την κεντρική ιδέα του σύγχρονου πνεύματος. Η ‘’αλλαγή παραδείγματος’’ στην κοσμολογική προοπτική δεν σήμαινε μόνον την χειραφέτηση από την αρχαία και μεσαιωνική πεποίθηση περί του ‘’αντικειμενικού κόσμου’’, αλλά σήμαινε και μια ριζική εκτόπιση του ανθρώπινου όντος από το κέντρο του σύμπαντος σε μια περιφερειακή θέση, σ΄ένα απέραντο και απρόσωπο σύμπαν που τη συνόδευε ένα αίσθημα γενικευμένης απογοήτευσης και απελπισίας. Μ΄αυτή την έννοια εξελίχθηκε μια εποχική μεταβολή στη σχέση με τον κόσμο και τη ψυχή, η οποία δεν περιορίστηκε μόνο στην αστρονομία, στη φιλοσοφία και τη θρησκεία, αλλά αναδιάταξε την αρχιτεκτονική του κοινωνικού φαντασιακού.
Η κοπερνίκεια επανάσταση επέφερε ριζικές αλαγές στη φιλοσοφία και την επιστημολογία, οι οποίες ξεκίνησαν με τον Descartes και κορυφώθηκαν με τον Kant. Descartes και Kant ‘’ξυπνησαν σε ένα κοπερνίκειο σύμπαν’’, γι΄αυτούς η ανθρωπότητα ήταν έρημη στο αχανές σύμπαν, ένα κοσμικό μόριο, ανέκκλητα σχετικό και αδιάφορο. Ο Descartes ήταν αυτός που κατανόησε και άρθρωσε την εμπειρία του αναδυόμενου αυτόνομου σύγχρονου εαυτού που είναι κατά βάση διακριτός και ξεχωριστός από τον αντικειμενικό εξωτερικό κόσμο, τον οποίο επιδίωκε να καταλάβει και να κυριαρχήσει. Ο Descartes εξέφρασε με φιλοσοφικούς όρους τη βιωματική συνέπεια αυτού του νέου κοσμολογικού πλαισίου, ξεκινώντας από τη θέση της ριζικής αμφιβολίας για τον κόσμο, και τελείωσε στο cogito. Κάνοντας αυτό, έθεσε σε κίνηση φιλοσοφικές διεργασίες που ξεκινούν από τον Locke τον Berkeley, τον Hume και καταλήγουν στον Kant, ο οποίος επιφέρει μια ριζική μεταστροφή στον φιλοσοφικό στοχασμό και πυροδοτεί μια μεγάλη επιστημολογική κρίση. Ο Καρτέσιος ήταν με αυτή την έννοια το κεντρικό σημείο μεταξύ του Κοπέρνικου και του Καντ, μεταξύ της Κοπερνίκειας επανάστασης στην κοσμολογία και της κοπερνίκειας επανάστασης στο επιστημολογία. Και το λέμε αυτό γιατί αν ο ανθρώπινος νους ήταν κατά κάποιο τρόπο θεμελιωδώς ξεχωριστός και διαφορετικός από τον φυσικό κόσμο της ύλης και αν η μόνη πραγματικότητα στην οποία είχε άμεση πρόσβαση ήταν η εμπειρία του, τότε ο κόσμος που συλλαμβάνεται από τον νου ήταν τελικά μόνο η ερμηνεία του κόσμου. Η γνώση της πραγματικότητας δεν παρείχε πλέον καμία εγγύηση ότι ο νους θα μπορούσε να ανικατοπτρίζει με ακρίβεια έναν κόσμο με τον οποίο η σύνδεσή του ήταν τόσο έμμεση και διαμεσολαβημένη…Αντί αυτού, ο ανθρώπινος νους καθορίζεται από τις δικές του υποκειμενικές δομές, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εμπειρία των φαινομένων και όχι των πραγμάτων, τις εμφανίσεις των πραγμάτων και όχι τις αυτοδύναμες υπάρξεις τους
Έτσι, ο Καντ, αξιοποιώντας τους προπομπούς του, συντάσσει τις επιστημολογικές συνέπειες του καρτεσιανού cogito. Φυσικά ο ίδιος ο Καντ έθεσε ως γνωστικές αρχές, υποκειμενικές δομές, τις οποίες θεωρούσε ότι ήταν απόλυτα, a priori μορφές με βάση τις φαινομενικές βεβαιότητες της Νευτώνειας φυσικής. Με τον καιρό όμως, αυτό που έφερε ο Καντ στη φιλοσοφία και την επιστημολογία δεν ήταν τα χαρακτηριστικά της λύσης του, αλλά η έναρξη της μεγάλης κρίσης, γιατί ο Καντ εστίασε την προσοχή στο κρίσιμο γεγονός ότι όλη η ανθρώπινη γνώση είναι ερμηνευτική. Ο νους δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει άμεση και καθολική γνώση του αντικειμενικού κόσμου, γιατί το αντικείμενο που γίνεται αντιληπτό δομείται από την εσωτερική οργάνωση του υποκειμένου. Ετσι το οντολογικό σχίσμα του Descartes ενισχύθηκε από την Καντιανή επιστημολογία και πλέον το σχίσμα μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου δεν μπορούσε να γεφυρωθεί.
Έτσι, η κοσμολογική αποξένωση της σύγχρονης συνείδησης που ξεκίνησε ο Κοπέρνικος και η οντολογική αποξένωση που ξεκίνησε ο Descartes ολοκληρώθηκε από την επιστημολογική αποστασιοποίηση που ξεκίνησε ο Kant: μια τριπλά αμοιβαία αποξένωση της ψυχής από τον κόσμο. Στην επόμενη εξέλιξη του σύγχρονου νου, κάθε μία από αυτές τις θεμελιώδεις μετατοπίσεις, που τις συσχετίζουμε συμβολικά με τις μορφές του Κοπέρνικου, του Descartes, και του Καντ, όχι απλώς διατηρήθηκαν αλλά επεκτάθηκαν και πιέστηκαν στα άκρα με την εξελικτική επιστημολογία του Δαρβίνου που είδε την οργανική συγγένεια των ειδών τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση συνεχούς και αδιάκοπης μεταβολής. Έτσι ο άνθρωπος αποκαλύφθηκε ότι δεν διαθέτει ένα απόλυτο είναι που του παρέχει υπαρξιακή ασφάλεια, όχι μόνον δεν είναι το στέμμα της Θεϊκής δημιουργίας, το ευνοημένο παιδί του σύμπαντος, αλλά μάλλον ένα ακόμη εφήμερο είδος στην εξελικτική διαδικασία του ‘’βαθέους χρόνου’’ που θα μεταμορφωθεί στον χρόνο όπως μεταμορφωμένη είναι η ύπαρξη που συνειδητοποιεί τον χρόνο, στον χρόνο. Η ψυχανάλυση αντιπροσώπευε το τρίτο χτύπημα στην παιδική αφέλεια του ανθρώπου, το πρώτο ήταν η θεωρία του Κοπέρνικου για το ηλιοκεντρικό σύστημα και η δεύτερη ήταν η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Η ψυχανάλυση αποκάλυψε ότι όχι μόνο η Γη δεν είναι το κέντρο του σύμπαντος, όχι μόνο ο άνθρωπος δεν είναι το προνομιούχο επίκεντρο της κοσμικής δημιουργίας, αλλά ακόμη και ο ανθρώπινος νους και το ενσυνείδητο εγώ, η πολύτιμη αίσθηση της ύπαρξης ενός λογικού εαυτού, είναι μόνο μια πρόσφατη και επισφαλής ανάπτυξη από την αρχέγονη ταυτότητα της φύσης, και το ανθρώπινο εγώ δεν είναι καθόλου κύριος του σπιτιού του, αντίθετα είναι ενεργούμενο μη συνειδητών ενορμήσεων και παθών. Και πάλι, όπως ο Κοπέρνικος και όπως ο Καντ, αλλά σε ένα εντελώς νέο επίπεδο, ο Freud έφερε τη θεμελιώδη αναγνώριση ότι αυτό που αποκαλούμε πραγματικότητα του αντικειμενικού κόσμου διαμορφώνεται συμβολικά, εν πολλοίς από τις ασυνείδητες δυνάμεις που υποκινούν τον ψυχισμό του υποκειμένου, αυτό συνέβαλλε περαιτέρω στην αποδυνάμωση του ανθρωποκεντρικού ναρκισσισμού, αλλά και στη σχετικοποίηση της αλήθειας…
Ουράνια Μεταμόρφωση
Στον 20ο αιώνα, τα ‘’χτυπήματα’’ στον ανθρωποκεντρική αλλαζονία και υπεροψία συνεχίστηκαν, οι εξελίξεις στη φυσική, τα μαθηματικά και τη βιολογία στον 20 αιώνα συνέβαλλαν καίρια και αποφασιστικά. Για παράδειγμα η μοντέρνα μοριακή βιολογία μάς δείχνει ότι όλες οι μορφές ζωής πάνω στον πλανήτη κωδικοποιούνται σε μια κοινή γενετική γλώσσα, μια βαθιά ενότητα διέπει την επιφανειακή ποικιλία της ζωής. Ολόκληρος ο περίπλοκος ιστός της γήινης ζωής αποτελεί ένα συνεκτικό και αλλληλένδετο σύστημα ανάδρασης. Η αστροφυσική μάς διαβεβαιώνει ότι το ανθρώπινο σώμα είναι φτιαγμένο από άνθρακα, οξυγόνο, υδρογόνο και άζωτο, από μικρότερες ποσότητες φωσφόρου και θείου και από μικρότερες ποσότητες σιδήρου και άλλων ιχνοστοιχείων. Τα σχετικά ελαφριά στοιιχεία, όπως το οξξυγόνο και το άζωτο δημιουργούνται μέσα στους πυρήνες των άστρων με τη διαδικασία που λέγεται ‘’νουκλεοσύνθεση’’. Τα βαριά στοιχεία, όπως ο σίδηρος, δημιουργούνται με τη σειρά τους από τα ελαφρότερα κ.λ.π. Αν τα άστρα εκραγούν σαν ‘’σουπερνόβες’’ σπέρνουν στο διαστρικό διάστημα τις χημικές ουσίες που είναι απαραίτητες για τη ζωή. Τα περισσότερα, λοιπόν, άτομα που δομούν τα σώματά μας, κατασκευάζονται στην καρδιά κάποιου άστρου. Όταν κοιτάζουμε τον ουρανό τη νύχτα, νοιώθουμε τη συγγένεια με τα φώτα που καίνε στην κοσμική νύχτα, θυμόμαστε τις αρχέγονες ρίζες μας, συνδεόμαστε με την ίδια μάς την ύπαρξη. Είμαστε παιδιά των άστρων, από τον διασκορπισμό της ενέργειας τους δημιουργούνται τα όντα και με το θάνατό τους θα διασκορπιστούν στα άστρα για να δημιουργήσουν νέες μορφές ζωής σε άλλους συμπαντικούς τόπους Αν κοιτάξουμε τα πράγματα από μια άλλη προοπτική θα αποκαλυφθεί μια ακόμα βαθύτερη σχέση. Το πιο απλό άτομο στον πίνακα των στοιχείων είναι το υδρογόνο, είναι το βασικό συστατικό της κοσμικής δημιουργίας, όλα τα άλλα προήλθαν από αυτό.Οι πυρήνες όλων σχεδόν των ατόμων υδρογόνου στον κόσμο, δημιουργήθηκαν στο πρώτα ελάχιστα λεπτά της Κοσμικής έκρηξης. Η γέννηση του σύμπαντος προμήθευσε την πρώτη ύλη για την κατοπινή σύνθεση όλων των πιο σύνθετων στοιχείων, με την πυροδότηση των άστρων.
Από μια βαθύτερη έννοια μπορούμε να παραδεχτούμε ότι όλα τα φυσικά συστατικά του σώματος προέρχονται απευθείας από τη γέννηση του σύμπαντος. Όλα τα όντα του κόσμου συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους, υφαίνοντας μία άψογη, ολιστική μονάδα πληροφορίας. Η φυσική της εποχής μας, για παράδειγμα η θεωρία της σχετικότητας, μάς πληροφορεί ότι τίποτα δεν είναι χωριστό στο σύμπαν, αντίθετα όλα συνδέονται στον ενιαίο τετραδιάστατο χορό του γίγνεσθαι που διακλαδίζεται απροσδιόριστα και παράγει τις πολλαπλές κοσμικές πραγματικότητες, οι οποίες όμως αποτελούν διαφορετικές προοπτικές και όψεις του του σφαιρικού χωροχρόνου. Η κβαντική φυσική, με τις παραδοξότητές της, αποδεικνύει ότι δεν μπορούμε να θεωρούμε τη συνείδηση χωριστά από αυτό που παρατηρεί κάθε φορά, να θεωρουμε το ‘’υποκείμενο’’ ανεξάρτητο από το ‘’αντικείμενο’’. Κάθε πράξη παρατήρησης κάνει τη διακύμανση της πιθανότητας του κβαντικού κύματος να τοπο-θετείται σε σύνολα που μπορούμε να τα παρατηρήσουμε και να μετρήσουμε., Η ύλη, σε βαθοδομικό επίπεδο, δεν θεμελιώνεται σε τίποτα, διασκορπίζεται στο κενό που είναι πλήρους ενέργειας. Το κβαντικό κύμα είναι ένα μαθηματικό φάντασμα, μια διακύμανση της πιθανότητας -που συνιστά μια απροσδιόριστη κατάσταση- όταν δεν το παρατηρούμε, η θέση που καταλαμβάνει στον χωροχρόνο είναι απόρροια της παρατήρησης. Με άλλα λόγια η συνείδηση συμμετέχει ενεργά στη δυναμική του σύμπαντος, συμβάλλει στη διαμόρφωση του κόσμου που βιώνεται ως υπαρκτός. Τα πάντα είναι πιθανά, η πράξη παρατήρησης είναι αυτή που διαλέγει το μονοπάτι στο τοπίο του χωροχρόνου και συγχρόνως η πράξη παρατήρησης δημιουργεί τα πολλαπλά μονοπάτια και τις απεριόριστες διακλαδώσεις τους που συνυπάρχουν αθέατα στον ενιαίο χωροχρόνο. Αυτό είναι και το νόημα της θεωρίας των παράλληλων ή πολλαπλών συμπάντων.Το κβαντικό κύμα και τα φυσικά σωματίδια που αποτελούν την ύλη και το πνεύμα είναι συμμετρικά σε σχέση με την κατεύθυνση του χρόνου, δηλαδή το τοπίο του χωροχρόνου, τουλάχιστον όσον αφορά τα κβάντα μπορεί να κινηθεί εξίσου προς κάθε κατεύθυνση, άρα ο χρόνος είναι άχρονος. Αυτή η η συμμετρική δομή δεν γίνεται αντιληπτή από την ανθρώπινη υπάρξη που βιώνει το πέρασμα του χρόνου και αυτό συνίσταται στην εντροπία κάθε συστήματος, η οποία αυξάνεται με το χρόνο και αυτή είναι η σημασία της περίφημης φράσης ‘’το βέλος του χρόνου’’. Έτσι, ο Κόσμος, που θεμελιώνετσι σε Τίποτα, συνιστά μια συμμετρική –μη συμμετρική δομή, αντιφατική και παράδοξη, ασαφή και διφορούμενη. Ο άχρονος, εν χρόνω Κόσμος, επαναλαμβάνεται, διαφοροποιημένα, παράγοντας απροσδιοριστία.
Στο κατώφλι της μεγάλης εξόδου
Τοποθετημένος, ο άνθρωπος, στον απέραντα εκτεταμένο κόσμο της σύγχρονης αστρονομίας, άρχισε να εκτοπίζεται ξαφνικά, από το ευγενές κέντρο του Κόσμου από το οποίο μπορούσε να ατενίζει με υπερηφάνεια την Δημιουργία, σ΄έναν ασήμαντο κάτοικο ενός μικροσκοπικού πλανήτη που φωτίζεται από ΄΄εναν μεσόκοπο ήλιο που κάποτε θα σβήσει, έναν πλανήτη που περιστρέφεται στην άκρη ενός γαλαξία, ανάμεσα σε δισεκατομμύρια γαλαξίες που λάμπουν, σε ένα σκοτεινό, αδιάφορο, ψυχρό και γι΄αυτό απειλητικό σύμπαν. Όταν κοιτάζει ο άνθρωπος τον ουρανό έχει πια την αίσθηση της κλίμακας, καταλαβαίνει ότι το αμυδρό φως που φτάνει στα μάτια του από τα μακρινά άστρα, ξεκίνησε το ταξίδι του πολύ πριν από την εποχή που τα σπονδυλωτά αφήσουν τη θάλασσα για να περπατήσουν για πρώτη φορά στη στεριά. Ισορροπώντας η σύγχρονη ψυχή, στο όριο της απεραντοσύνης και στο χείλος του αχανούς, νοιώθει ευάλωτη και μόνη, φοβισμένη, αλλά κάτι κάτι περισσότερο, μέσα στους μακρινούς ορίζοντες, βλέπει το σκοτάδι που απειλεί να καταβροχθίσει τα πάντα, το σύμπαν στο οποίο ζούμε και από το οποίο προερχόμαστε. Τη στιγμή που αποκτούμε επίγνωση της κοσμικής κλίμακας, συνειδητοποιούμε μια αδιανόητη ιδέα, το πλήρωμα του χρόνου και το θάνατο του αιώνιου, τον θάνατο όχι με την περιορισμένη έννοια του εγώ-εαυτός, αλλά με την καθολική έννοια του τέλους των ‘’πάντων’’, μιας που η σύγχρονη κοσμολογία δεν αποκλείει και αυτό το ενδεχόμενο. Η επιστημονική γνώση είναι κατά αναλογία, η άλλη όψη που εκδίωξε τον άνθρωπο από το προστατευτικό καταφύγιο της Εδέμ, ανασήκωσε το προστατευτικό πέπλο του εφησυχασμού. Αυτή η εξέλιξη ισοδυναμεί με μια ‘’ρωγμή στη συνείδηση’’, με μια δεύτερη ‘’Πτώση’’, μια κατάρρευση της μυθικής βάσης της ζωής, μια απώλεια της μακραιώνης ανθρώπινης ταυτότητας, μια διαγραφή των πανάρχαιων και οικείων σχημάτων, των καθησυχαστικών βεβαιοτήτων. Η επιστήμη παρήγαγε μια μη αναμενόμενη, μια αθέλητη (;) γνώση, το εγώ-εαυτός χωρίς την ασπίδα της πίστης στο αιώνιο Υπερβατικό που τον προστάτευε από το φάσμα του θανάτου, της οριστικής και αμετάκλητης εκμηδένισής του, είναι ευάλωτο σε φόβους και αγωνίες που το αποσταθεροποιούν ψυχικά και κοινωνικά. Την ώρα που η επιστήμη, η γνώση και ο έλεγχος της φύσης πάνω στον φυσικό κόσμο γνωρίζει έναν ‘’θρίαμβο’’, ο πυρήνας της ψυχής του Δυτικού Ανθρώπου, που ολοκληρώνεται πλανητικά, γνωρίζει μια ‘’αποτυχία’’. Βλέπουμε μια φοβερή αντίφαση, που βέβαια είναι κατανοητή και εν πολλοίς αναμενόμενη, εξαιτίας, ακριβώς, της ίδιας της λογικής που διέπει τη σύγχρονη επιστημονική΄φιλοσοφία. Στον πυρήνα της ψυχής, υπάρχει πλέον ένα κενό, το κενό αυτό μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι η αιτία της σύγχρονης αγωνίας, αλλά μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για την Άνοδο.
Ο Υπαρξιακός ‘’Διπλός Δεσμός’’
Η κατάσταση που περιγράψαμε παραπάνω, εμφανίζεται ως βαθιά αντιφατική και ακατανόητη, θα μπορούσαμε να την θεωρήσουμε ένα είδος ‘’διπλού δεσμού’’, όπως χαρακτήρισε ο ανθρωπολόγος Gregory Bateson τη σχέση του βρέφους με τη μητέρα. Η Διπλή Δέσμευση’’ ορίζεται ως μια άλυτη κατάσταση, όπου μια παγιδευμένη και ανίσχυρη εαυτοεικόνα, ουσιαστικά δεν έχει άλλη δυνατότητα να αντιμετωπίσει την αντίφαση και να βιώσει την ενότητα, παρά μόνο μέσω της διάλυσης. Όταν από τη μια έχουν αποκοπεί οι σχέσεις με τον κόσμο και από την άλλη έχουν διαρραγεί οι σχέσεις με τον άλλο, τότε ο άνθρωπος νοιώθει απελπιστική μοναξιά, απομόνωση, φόβο και τρόμο. Για να ξεφύγει από τις εγγενείς αντιφάσεις του ‘’διπλού δεσμού’’ υπερ-αναπληρώνει με τον ναρκισσσισμό και τον εγωκεντρισμό, τη βία και τη καταστροφή. Αυτός ο διπλός διχασμός- δεσμός της σύγχρονης συνείδησης έχει αναγνωριστεί στη μία ή την άλλη μορφή, τουλάχιστον από την εποχή που ο Pascal: δήλωνε «Είμαι τρομαγμένος από την αιώνια σιωπή αυτών των άπειρων χώρων». Οι ψυχολογικές και πνευματικές προδιαθέσεις βιώνονται ως παράλογες σε σχέση με τον κόσμο που αποκαλύπτεται από την επιστημονική θεωρία. Έχουμε δύο μηνύματα αντιφατικά, από τη μια η υπαρξιακή κατάσταση που αναζητά νόημα και σκοπό και από την άλλη πλευρά μαθαίνουμε ότι το σύμπαν από το οποίο προερχόμαστε, είναι εντελώς αδιάφορο σε αυτή την αναζήτηση.
Αλλά υπάρχει ένας κρίσιμος τρόπος με τον οποίο η σύγχρονη κατάσταση δεν είναι ταυτόσημη με την ψυχιατρικό διπλό δεσμό, και αυτό είναι το γεγονός ότι ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι απλά ένα ανήμπορο παιδί, αλλά έχει εμπλακεί ενεργά στον κόσμο με το Προμηθεϊκό σχέδιο του ελέγχου της φύσης. Ο Προμηθέας που έκλεψε τη φωτιά από τους θεούς και την έδωσε στους ανθρώπους, περιόρισε τη δύναμη των θεών και ενίσχυσε τη δύναμη των ανθρώπων. Με άλλα λόγια η ψυχο-νοητική ενδυνάμωση που παράγεται από τη τιθάσευση και αξιοποίηση της δύναμης-ενέργειας-πληροφορίας, της τεχνικής δηλαδή, σε διαδραστική σχέση μαζί της, αποδυναμώνει τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και η φυσική τάξη από την οποία προήλθε. Η εν λόγω αμφισημία συμβολίζεται από την κατάσταση του Προμηθέα, που είναι μισός άνθρωπος και μισός Θεός. Η διάξευξη από τη φυσική τάξη, όταν έκλεψε τη φωτιά, τιμμωρείται με την απομόνωση του Προμηθέα και με τις επιθέσεις που δέχεται από τον αετό, έτσι και η διαφοροποίηση του ανθρώπου από τη φύση είναι συγχρόνως η ουσία της μοναδικότητάς του, αλλά και πηγή των ανησυχιών του που αποσταθεροποιούν το εγώ-εαυτός. Το λέμε αυτό γιατί όπως στο μύθο της εκδίωξης των πρωτόπλαστων από την αρχέγονη ζούγκλα της φυσικής αθωότητας, έτσι και στο μύθο του Προμμηθέα, ο άνθρωπος γνωρίζει μια κατα-στροφή, δηλαδή μια ριζική στροφή, οδηγείται πλέον σε μια αβέβαιη αναζήτηση σ΄ένα κόσμο που τον κάνει οδυνηρό η αίσθηση των διαχωρισμών.
Πτώση και Άνοδος
Η σύγχρονη κατάσταση εξωθεί στα άκρα το Προμηθεϊκό όραμα της αποδέσμευσης από τη φυσική αναγκαιότητα, την εξατομίκευση και την αυτονομία απο τη μήτρα της φύσης, αλλά σταδιακά και αναπόφευκτα η νεώτερη νευτώνεια, καρτεσιανή και καντιανή αντίληψη, εξελίσσεται σε μια κατάσταση που αφηγούνται ο Kafka και ο Beckett, της υπαρξιακής απομόνωσης, του παράλογου, σε ένα είδος φρενίτιδας. Εγκαταλελειμμένος, ο σύγχρονος άνθρωπος, θρυμματισμένος, σε μια κατάσταση ακραίας σύγχυσης και άγχους σε μια ανεξήγητα ασυνάρτητη κατάσταση βαθιάς τραυματικής έντασης, απόρροια της απουσίας υποστηρικτικού πλαίσίου, το οποίο παρείχε η σχέση με τη φύση, Όμως αυτή η εξέλιξη ισοδυναμεί, συγχρόνως, με μια θεραπευτική ίαση από το νεώτερο ναρκισσιστικό και εγωιστικό πνεύμα, μια αναπόφευκτη εξέλιξη για τη γέννηση, την Άνοδο. Η εκτεταμένη και ριζική κατάρρευση τόσων πολλών μορφών-δομών του εικοστού αιώνα υποδηλώνει τόσο το θάνατο μιας εποχής όσο και τη γέννηση ενός νέου συμμετοχικού και ολιστικού οράματος για τον κόσμο. Ο άνθρωπος, πλέον, μετεωρίζεται, εκετεθειμένος και απροστάτευτος, δίχως τις προστατευτικές μεταφυσικές αφαιρέσεις που είχε εξειδανικεύσει, έχει μετατοπιστεί σε ένα τόπο, ά-τοπο, βιώνει έναν χρόνο, μη χρονολογικό, έχει καταστεί ένας ξένος που περιπλανιέται στον συμπαντικό χωρόχρόνο που διακλαδίζεται απεριόριστα. Οι άνθρωποι, που δεν είναι άνθρωποι, αλλά ερευνητές και πειραματιστές ή καλύτερα διαβάτες που οδοιπορούν, δίχως να γνωρίζουν προς ποιά ακριβώς κατεύθυνση στοχεύει η πορεία τους και γιατί, ήδη βρίσκονται σε διαδικασία ανάληψης και ξεπεράσματος, μετατοπισμένοι σ΄έναν τόπο, μη τοπολογικό και σ΄έναν χρόνο, μη χρονολογικό, στον Κόσμο, όχι τον φυσικοεπιστημονικό, τον Κόσμο, ως Εν-Παν, ως Παν-Τίποτα, το Συν-όλο όλων των συνόλων.
Αν όλα αυτά δείχνουν τη μεγάλη ‘’Πτώση’’ του Ανθρώπου, πτώση σε σχέση με την εαυτοεικόνα του, μπορούμε, εξίσου, να τη θεωρήσουμε ως τη μεγάλη ‘’Άνοδο’’, από τον περιορισμένο άνθρωπο του ανθρωποκεντρικού ουμανισμού, που ως Υποκείμενο τοπο-θετείται και εναντιώνεται στο Αντικείμενο, στο εκεταμένο και απεριόριστο κοσμικό πλάσμα της συμπαντικότητας, με την πλήρη έννοια του όρου. Άλλωστε ό ά άνθρωπος είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένος με τον Κόσμο. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι ο Κόσμος που παρουσιάζεται υπό την όψη της δυαδικότητας κυριαρχείται από έναν ενιαίο και πολλαπλασιαζόμενο ρυθμό: οι δύο εκδηλώσεις ούτε ταυτόσημες είναι, αλλά ούτε διαχωρισμένες, ενεργούν και ενιαία και διαφοροποιημένα. Μπορούμε να αναλάβουμε τις δυαδικές αντιθέσεις και να τις εγγράψουμε στον σφαιρικό χωροχρόνο και στις μεταμορφώσεις του που τον διαφοροποιούν απροσδιόριστα. Ο σφαιρικός χωροχρόνος, οι μεταμορφώσεις ‘’του’’, αδιαχώριστος από το μηδέν, δεν είναι, δημιουργείται και καταστρέφεται ταυτοχρόνως. Ανατρέχοντας πέραν των διακρίσεων, διασχίζοντάς τες, έχουμε να σκεφτούμε το αινιγματικό κέντρο από όπου προέρχονται οι μεταγενέστερες διαφοροποιήσεις και αντιθέσεις, οι οποίες ενέχουν αυτό το κέντρο άσχετα αν το αγνοούν. Το μετέωρο αυτό κέντρο — το διαρθωμένο και εν κινήσει σύνολο — δεν δρά σαν αιτία, πραγματική, μεταφυσική ή μεταφορική, αλλά αυτό το κέντρο, παρόν-απόν, ένα και διαφοροποιημένο μαζί, γνωρίζει πολλαπλές μεταμορφώσεις, χωρίς να μπορούμε να πούμε ποιά διάσταση προηγείται και ποιά έπεται.
Θα λέγαμε ότι η εξελικτική διαδικασία εμπλουτισμού της συνείδησης είναι η κατανόηση της εξελικτικής διαδικασίας μέσω της συνείδησης, για να κλείσει ο κύκλος ανάδρασης ανάμεσα στην ύλη και το νου και να διαβούμε το κατώφλι της εξόδου προς το μεγάλο Όλον. Αυτό έχει ήδη συμβεί, ο χωροχρόνος ‘’τυλίγεται γύρω από τον εαυτό του’’ για να σχηματίσει τη σφαίρα της αχρονικότητας, όχι την άχρονη ισορροπία (όπου δεν υπάρχει ούτε παρελθόν, ούτε παρόν, ούτε μέλλον, μια κατάσταση που καταλύεται η Σκέψη, ο Λόγος και η Συνείδηση και γλυστράμε στο βάραθρο του αβυσσαλέου Μηδενός) αλλά τον καθολικό χρόνο της συνείδησης (όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον, συνυπάρχουν, ενιαία και τρισδιάστατα, δηλαδή κάθε διάσταση περιλαμβάνει και τις άλλες δύο, όπως εκδηλώνονται συγχρονικά, διαχρονικά και πανχρονικά, τόσο τοπικά, όσο πλανητικά και συμπαντικά). Ο δρόμος για τις απάτητες και αφώτιστες κορυφές διέρχεται μέσα από τον θάνατο του εγώ-εαυτού και στοχεύει την κατεύθυνση της ενιαίας διόρασης του κόσμου. Όπως δεν υπάρχει ο κόσμος και ο άνθρωπος, έτσι δεν υπάρχει η γη και ο ουρανός, ο ρυθμός που διατηρεί ενωμένες τις διαφορές, τις συντονίζει και τις πολλαπλασιάζει, αόρατος ως τέτοιος, συνιστά το αδιανόητο, αγγελιοφόροι του οποίου είμαστε.